Τα ποσοστά επιβίωσης από καρκίνο του νεφρού βασίζονται γενικά σε έναν πενταετή υπολογισμό, δηλαδή στο ποσοστό των ανθρώπων που επιβιώνουν για πέντε χρόνια ή περισσότερο μετά τη διάγνωση. Τα ποσοστά επιβίωσης ποικίλλουν πολύ από άτομο σε άτομο και επηρεάζονται από διάφορους παράγοντες. Γενικά, ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες στον καθορισμό των ποσοστών επιβίωσης από καρκίνο του νεφρού είναι το στάδιο στο οποίο διαγιγνώσκεται ο καρκίνος. Μελέτες δείχνουν επίσης ότι το μέγεθος του όγκου μπορεί επίσης να παίζει ρόλο στα ποσοστά επιβίωσης. Τέλος, η ηλικία και η γενική υγεία μπορούν επίσης να επηρεάσουν τις πιθανότητες επιβίωσης ενός ατόμου.
Τα ποσοστά επιβίωσης για τον καρκίνο του νεφρού είναι υψηλότερα όταν η διάγνωση γίνεται στο πρώτο στάδιο, όταν ο καρκίνος εξακολουθεί να είναι πολύ εντοπισμένος εντός του νεφρού. Σε αυτό το στάδιο, τα ποσοστά επιβίωσης από καρκίνο του νεφρού μπορεί να κυμαίνονται από 75-90 τοις εκατό. Όταν η διάγνωση γίνεται αφού ο καρκίνος έχει εισέλθει στο δεύτερο στάδιο, όπου έχει εξαπλωθεί αλλά εξακολουθεί να περιορίζεται στο νεφρό, τα ποσοστά επιβίωσης μειώνονται στο 65-75 τοις εκατό. Τα ποσοστά επιβίωσης πέφτουν στο 40-70 τοις εκατό κατά το τρίτο στάδιο, όταν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί στην περιοχή και στους λεμφαδένες. Εάν ο καρκίνος έχει φτάσει στο στάδιο τέσσερα και έχει δώσει μεταστάσεις σε άλλα μέρη του σώματος, τα ποσοστά επιβίωσης μειώνονται σημαντικά, σε λιγότερο από 20 τοις εκατό.
Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι το μέγεθος του καρκινικού όγκου μπορεί επίσης να επηρεάσει τα ποσοστά επιβίωσης από καρκίνο του νεφρού. Για παράδειγμα, εάν ο όγκος που βρέθηκε είναι μικρότερος από 1.6 ίντσες (4 cm), το ποσοστό επιβίωσης μπορεί να φτάσει το 90 τοις εκατό. Καθώς όμως το μέγεθος αυξάνεται, τα ποσοστά επιβίωσης μειώνονται αναλογικά. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι όσο μικρότερος είναι ο όγκος, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να ανταποκριθεί στη φαρμακευτική αγωγή ή να εκριζωθεί πλήρως με χειρουργική επέμβαση.
Τα θέματα υγείας, ανεξάρτητα από το αν σχετίζονται με τον καρκίνο, μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τα ποσοστά επιβίωσης από καρκίνο του νεφρού λόγω της πιθανότητας παρεμβολής στην ικανότητα του ασθενούς να ανεχθεί την απαραίτητη θεραπεία. Για παράδειγμα, εάν ένα άτομο έχει καρδιακή πάθηση ή αιμορραγική διαταραχή, ενδέχεται να μην μπορεί να υποβληθεί σε συνιστώμενη χειρουργική επέμβαση για τον καρκίνο. Ομοίως, εάν ένα άτομο πάσχει από υψηλή αρτηριακή πίεση ή διαβήτη, ενδέχεται να μην είναι σε θέση να λάβει ορισμένα φάρμακα που συνταγογραφούνται για τον καρκίνο του νεφρού. Το ίδιο ισχύει και για την ηλικία ενός ατόμου. Εάν ένας ασθενής είναι ηλικιωμένος τη στιγμή της διάγνωσης, το ποσοστό επιβίωσής του μπορεί να είναι χαμηλότερο από το μέσο όρο λόγω της αδυναμίας να ανεχθεί ή να ανταποκριθεί θετικά στις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές.