Το Aerius® χρησιμοποιείται κυρίως ως θεραπεία μακράς δράσης για τα συμπτώματα εποχιακών και χρόνιων αλλεργιών καθώς και για τη θεραπεία του κνησμού και της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης και για τη μείωση της συχνότητας και της σοβαρότητας της κνίδωσης. Σε σύγκριση με τα αντιισταμινικά πρώτης γενιάς, το Aerius® και άλλα αντιισταμινικά δεύτερης γενιάς δεν προκαλούν υπνηλία τόσο συχνά ή τόσο έντονα, καθώς δεν διαπερνούν εύκολα τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό σε χαμηλές δόσεις. Δεδομένου ότι το φάρμακο μπορεί να προκαλέσει σημαντική υπνηλία σε υψηλές δόσεις, είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία του ασθενούς και το επίπεδο ηπατικής ή νεφρικής λειτουργίας του ασθενούς, που μπορεί να επηρεάσουν το κατάλληλο επίπεδο δόσης Aerius® του/της.
Όταν ένας ασθενής που πάσχει από αλλεργική ρινίτιδα λαμβάνει για πρώτη φορά το φάρμακο, η συνιστώμενη αρχική δόση Aerius® σε ενήλικες είναι 5 mg χορηγούμενα από το στόμα μία φορά την ημέρα. Εάν μια εφάπαξ δόση 5 mg δεν προσφέρει επαρκή ανακούφιση από τα συμπτώματα εντός 70 λεπτών από την κατάποση, μπορεί να χορηγηθεί εφάπαξ δόση συντήρησης 5 mg. Δεδομένου ότι το φάρμακο παραμένει ενεργό για μια περίοδο 24 ωρών, μια συνολική δόση Aerius® μεγαλύτερη από 10 mg την ημέρα, ακόμη και σε διαιρεμένες δόσεις, πιθανότατα θα προκαλέσει υπνηλία και θα επηρεάσει τη λειτουργία μηχανοκίνητων οχημάτων ή βαρέων μηχανημάτων. Από το 2011, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου δεν έχουν μελετηθεί οριστικά σε παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών, επομένως ο κατασκευαστής δεν προσφέρει επίσημες συστάσεις δοσολογίας για αυτούς τους ασθενείς. Η υπάρχουσα έρευνα προτείνει ότι τα παιδιά ηλικίας μεταξύ έξι και 12 μηνών λαμβάνουν δόση Aerius® 1 mg από το στόμα μία φορά την ημέρα, τα παιδιά μεταξύ ενός και έξι ετών λαμβάνουν 0.25 mg περισσότερο και τα παιδιά μεταξύ έξι ετών και 11 ετών λαμβάνουν 2.5 mg.
Η έρευνα για τη χρήση του φαρμάκου για τη θεραπεία της χρόνιας ιδιοπαθούς κνίδωσης σε παιδιατρικούς ασθενείς προτείνει τη χρήση των ίδιων οδηγιών δοσολογίας Aerius® με εκείνες για τη θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας στα παιδιά. Οι ενήλικες που λαμβάνουν θεραπεία με Aerius® για την ίδια πάθηση θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν 5 mg μία φορά την ημέρα, συν μία δόση συντήρησης 5 mg εάν χρειάζεται. Όταν ο ασθενής έχει μειωμένα επίπεδα ηπατικής ή νεφρικής λειτουργίας, τότε οι δόσεις συντήρησης θα πρέπει να χορηγούνται μόνο κάθε δεύτερη μέρα. Αν και δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις της περιτοναϊκής κάθαρσης στα επίπεδα του Aerius® στο αίμα από το 2011, είναι γνωστό ότι το φάρμακο δεν αφαιρείται με αιμοκάθαρση και ότι δεν απαιτούνται προσαρμογές της δοσολογίας.
Το Aerius® είναι εμπορική ονομασία για το φάρμακο δεσλοραταδίνη. Το γενόσημο φάρμακο πωλείται επίσης με τις εμπορικές ονομασίες NeoClarityn®, Claramax®, Clarinex®, Larinex®, Dazit® και Delot®. Μέλος μιας κατηγορίας φαρμάκων γνωστών ως αντιισταμινικών δεύτερης γενιάς, το Aerius® είναι κάπως χημικά παρόμοιο με τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά και σχετίζεται πολύ στενά με το φάρμακο για την αλλεργία λοραταδίνη.