Η δελοραζεπάμη είναι ένα ηρεμιστικό φάρμακο μακράς δράσης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προεγχειρητικό ηρεμιστικό και στη βραχυπρόθεσμη θεραπεία του άγχους και της αϋπνίας. Είναι διαθέσιμο μόνο σε ορισμένες χώρες και μπορεί να είναι γνωστό με διαφορετικές εμπορικές ονομασίες, σύμφωνα με τον κατασκευαστή. Συνήθως διατίθεται μόνο με ιατρική συνταγή και χρησιμοποιείται μόνο βραχυπρόθεσμα λόγω της πιθανότητας εθισμού. Οι ασθενείς που χρησιμοποιούν δελοραζεπάμη για παρατεταμένη περίοδο θα πρέπει να αναζητήσουν ιατρική βοήθεια εάν επιθυμούν να την αποσύρουν.
Ανήκοντας στην κατηγορία των φαρμάκων που ονομάζονται βενζοδιαζεπίνες, η δελοραζεπάμη μοιράζεται έναν μηχανισμό με άλλα φάρμακα της κατηγορίας, όπως η διαζεπάμη, η μιδαζολάμη και η λοραζεπάμη. Δρουν προκαλώντας την απελευθέρωση του GABA στον εγκέφαλο, ενός χημικού νευροδιαβιβαστή ή αγγελιοφόρου που έχει ηρεμιστική δράση, με αποτέλεσμα τη μείωση του άγχους και την ευκολία στον ύπνο. Ενώ οι βενζοδιαζεπίνες μοιράζονται έναν μηχανισμό δράσης και, στις περισσότερες περιπτώσεις, πιθανές παρενέργειες, διαφέρουν κυρίως ως προς τη διάρκεια δράσης τους και ο συνταγών ιατρός θα το εξετάσει κατά την επιλογή της καλύτερης επιλογής ανά ασθενή.
Λόγω της δυνατότητας εθισμού της δελοραζεπάμης, συνήθως συνταγογραφείται μόνο σε βραχυπρόθεσμη βάση. Χρησιμοποιείται ως ηρεμιστικό πριν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση και μπορεί να συνταγογραφηθεί για τη θεραπεία του άγχους και της αϋπνίας στο οξύ στάδιο. Η δελοραζεπάμη μπορεί να χορηγηθεί από το στόμα ή με ένεση και δεν πρέπει ποτέ να γίνεται υπέρβαση της συνταγογραφούμενης δόσης. Η χαμηλότερη αποτελεσματική δόση θα συνταγογραφηθεί για τη συντομότερη διάρκεια. Συμπτώματα στέρησης μπορεί να εμφανιστούν κατά τη διακοπή του φαρμάκου και πρέπει να γίνονται μόνο υπό την επίβλεψη γιατρού.
Όπως με οποιοδήποτε φάρμακο, η δελοραζεπάμη μπορεί να έχει ανεπιθύμητες ενέργειες. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες των βενζοδιαζεπινών που έχουν αναφερθεί περιλαμβάνουν υπνηλία, αποπροσανατολισμό και σύγχυση. Η οδήγηση και ο χειρισμός βαρέων μηχανημάτων θα πρέπει να αποφεύγονται κατά τη λήψη δελοραζεπάμης. Το αλκοόλ θα πρέπει επίσης να αποφεύγεται και οποιαδήποτε άλλα φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων ομοιοπαθητικών, συμπληρωματικών και μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων θα πρέπει να συζητούνται με τον συνταγογραφούντα γιατρό πριν από την έναρξη της θεραπείας, καθώς μπορεί να εμφανιστούν αλληλεπιδράσεις ή πρόσθετες παρενέργειες.
Η καταλληλότερη δόση δελοραζεπάμης θα αποφασιστεί από τον συνταγογραφούντα γιατρό, λαμβάνοντας υπόψη πολλούς παράγοντες, όπως η ένδειξη για την οποία χρησιμοποιείται, η ανοχή του ασθενούς και η ανταπόκριση. Ασθενείς με νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία και ηλικιωμένοι ασθενείς μπορεί να χρειαστεί να λάβουν προσαρμοσμένη δόση λόγω του διαφορετικού μεταβολισμού του φαρμάκου. Οποιαδήποτε υποκείμενη κλινική πάθηση θα πρέπει να συζητηθεί με τον συνταγογραφούντα γιατρό, όπως και η εγκυμοσύνη, η επιθυμητή εγκυμοσύνη και η γαλουχία.