Τι είναι ο συνειρμός;

Ο όρος είναι ο ακριβής και ακριβής ορισμός μιας λέξης. Ένας συνειρμός είναι η δευτερεύουσα ή υπονοούμενη σημασία μιας λέξης, που βασίζεται στο κοινό συναίσθημα που σχετίζεται με τη λέξη. Οι υποδηλώσεις μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τη γεωγραφία και τον πολιτισμό και μπορεί να αλλάξουν με την πάροδο του χρόνου. Η λέξη “συγχώνευση” προέρχεται από τα μεσαιωνικά λατινικά και τέθηκε σε κοινή χρήση στην Αγγλία στα μέσα του 1500.

Η χροιά περιγράφει τις εικόνες και τα συναισθήματα που καλούνται από μια συγκεκριμένη λέξη, παρά τον αυστηρό ορισμό της. Για παράδειγμα, τα επίθετα «τρελός» και «έξαλλος» δηλώνουν και τα δύο ότι κάποιος είναι θυμωμένος. Το “Furious”, ωστόσο, προκαλεί μια εικόνα ενός πολύ ισχυρότερου, πιο έντονου συναισθήματος. Αυτό είναι συνειρμός.

Ένα άλλο παράδειγμα θα ήταν η σύγκριση των λέξεων «δουλειά» και «μόχθος». Και τα δύο δηλώνουν την άσκηση. Το να πει κανείς ότι ένας άντρας δουλεύει, όμως, θα μπορούσε να σημαίνει ότι καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια ή απλά ότι έχει δουλειά. Το να λέμε ότι ένας άντρας κοπιάζει προκαλεί την εντύπωση κάποιου που εργάζεται πολύ σκληρά, πιθανώς σε μια σωματική δουλειά, και πιθανώς σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση.

Η κατανόηση τόσο της σημασίας όσο και της σημασίας των λέξεων μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να μεταφέρουν το νόημά τους πιο καθαρά. Οι συγγραφείς χρησιμοποιούν συχνά υποδηλώσεις για εξαιρετικό αποτέλεσμα σε βιβλία, τραγούδια και θεατρικά έργα. Για παράδειγμα, αντί να πει ότι μια νύχτα ήταν σκοτεινή, ένας συγγραφέας που θέλει να δημιουργήσει ένα αίσθημα προαισθήματος μπορεί να πει ότι η νύχτα ήταν κατάμαυρη.

Η επιλογή λέξεων είναι επίσης σημαντική στο μάρκετινγκ και τη διαφήμιση. Για παράδειγμα, ένα προϊόν που διαφημίζεται ως “νέο”, θα συγκεντρώσει διαφορετική ανταπόκριση από ένα προϊόν που διαφημίζεται ως “άγνωστο”, παρόλο που και οι δύο λέξεις έχουν πολύ παρόμοιες υποδηλώσεις. Το «νέο», ωστόσο, σημαίνει «φρέσκο» και «συναρπαστικό» ενώ το «άγνωστο» σημαίνει «παράξενο» και «άβολο».

Άλλα επαγγέλματα βρίσκουν επίσης σημαντική σημασία. Οι ομιλητές, για παράδειγμα, μπορούν να δημιουργήσουν πολύ διαφορετικές εντυπώσεις με βάση τις λέξεις που επιλέγουν. Το ίδιο μπορούν και οι δημοσιογράφοι, οι επαγγελματίες δημοσίων σχέσεων, οι πολιτικοί, οι δικηγόροι και οι διαπραγματευτές.

Η γνώση του τι σημαίνει μια συγκεκριμένη λέξη μπορεί επίσης να βοηθήσει στην αποφυγή παρεξηγήσεων. Ενώ μια λέξη μπορεί να φαίνεται να έχει έναν καλοήθη ορισμό, η συναισθηματική της σημασία μπορεί εύκολα να είναι εμπρηστική ή προσβλητική. Αυτό μπορεί να είναι ένα ιδιαίτερο πρόβλημα για τους μη μητρικούς ομιλητές μιας γλώσσας.

Ένας μη μητρικός ομιλητής της αγγλικής γλώσσας, για παράδειγμα, μπορεί να περιγράψει το δέρμα κάποιου ως «πολτός», που σημαίνει ότι το άτομο έχει πολύ ανοιχτόχρωμο ή χλωμό δέρμα. Στα αγγλικά, ωστόσο, η λέξη “pasty”, όταν εφαρμόζεται στον τόνο του δέρματος, υποδηλώνει μια επιδερμίδα που είναι πολύ λευκή, μη ελκυστική και πιθανότατα ανθυγιεινή. Ο ομιλητής μπορεί εύκολα να προσβάλει το εν λόγω άτομο χωρίς να το εννοεί, απλώς επειδή δεν είναι εξοικειωμένος με τη σημασία της λέξης «πάστα».