Η καχεξία είναι ένας όρος που αναφέρεται στην απώλεια βάρους, την έλλειψη όρεξης και την αδυναμία που εμφανίζεται σε μια ποικιλία ιατρικών καταστάσεων και επιμένει ακόμη και όταν ένα άτομο τρώει ή καταναλώνει θερμίδες. Υπάρχει στενή σχέση μεταξύ καχεξίας και καρκίνου, καθώς αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται στο 50% περίπου των ατόμων με αυτή τη νόσο. Γενικά, αυτή η μείωση βάρους οφείλεται στην απώλεια σκελετικών μυών και λιπώδους ιστού.
Κατά καιρούς, η καχεξία και ο καρκίνος συμβαίνουν μαζί, αλλά παρατηρείται απώλεια ιστού σώματος πριν εντοπιστεί οποιοσδήποτε όγκος. Τα άτομα μπορεί να χάσουν την όρεξή τους όταν συμβεί αυτό, αλλά όχι απαραίτητα, καθώς η μείωση του βάρους στην πραγματικότητα οφείλεται στο ότι το σώμα ξοδεύει περισσότερη ενέργεια ενώ ξεκουράζεται. Οι όγκοι απαιτούν μεγάλες ποσότητες ενέργειας για να αναπτυχθούν και μπορεί να ενεργοποιήσουν ορισμένους μηχανισμούς στο σώμα που προκαλούν την υποβάθμιση του λιπώδους ιστού και των πρωτεϊνών που βρίσκονται στα μυϊκά κύτταρα. Ένας καρκίνος μπορεί στη συνέχεια να επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει τα προϊόντα αυτού του μεταβολισμού, ή της διάσπασης πολύπλοκων μορίων, ως πηγή ενέργειας.
Οι πρωτεΐνες γνωστές ως φλεγμονώδεις κυτοκίνες φαίνεται να συνδέονται με τη διαδικασία της καχεξίας. Φυσιολογικά, αυτές οι κυτοκίνες επιτρέπουν στο σώμα να αναπτύξει μια ανοσολογική απόκριση ενάντια σε εισβάλλοντες οργανισμούς, αλλά όταν ενεργοποιούνται ακατάλληλα, μπορεί να μεταβολίσουν τον ίδιο τον ιστό του σώματος. Αυτή η διαδικασία φαίνεται να επιμένει ακόμη και κατά την ανάπαυση, γι’ αυτό η ικανότητα του σώματος να αντικαταστήσει τα κύτταρα και τα θρεπτικά συστατικά δεν αρκεί για να ανακτήσει το βάρος που χάθηκε.
Μετά την ανίχνευση της καχεξίας και του καρκίνου, τα άτομα μπορούν να καταβάλουν προσπάθειες για τον έλεγχο των αιτιών και των συμπτωμάτων κάθε πάθησης. Υπάρχουν πολλές πιθανές μέθοδοι για τη θεραπεία της καχεξίας. Η άσκηση μπορεί να είναι δύσκολη για ένα άτομο με κακή υγεία, αλλά μπορεί να βοηθήσει στο να διασφαλιστεί ότι παρέχεται διαθέσιμη ενέργεια στο σώμα αντί για τον όγκο. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ινσουλινοθεραπεία και αυτή η θεραπεία βοηθά στον έλεγχο του διαθέσιμου σακχάρου στο αίμα. Και οι δύο αυτές μέθοδοι, όταν χρησιμοποιούνται σε άτομα με καχεξία και καρκίνο, φαίνεται να βοηθούν στον έλεγχο του βάρους και της υγείας.
Υπάρχουν και άλλες φαρμακευτικές επιλογές για άτομα που εμφανίζουν καχεξία και καρκίνο. Τα συμπληρώματα, όπως τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, μπορεί να επιτρέψουν την αύξηση του βάρους και της όρεξης. Οι θεραπείες με αντισώματα έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί για τη στόχευση και απενεργοποίηση ενζύμων που εμπλέκονται στη διαδικασία της καχεξίας. Φάρμακα όπως τα κορτικοστεροειδή και η φαρμακευτική μαριχουάνα μπορεί να επιτρέψουν σε άτομα με αυτές τις παθήσεις να έχουν βελτιωμένη όρεξη, αν και αυτές οι θεραπείες μπορεί να μην επιτρέπουν απαραίτητα την αύξηση του σωματικού βάρους.