Η χειρουργική επέμβαση εγκολεασμού είναι μια κοιλιακή χειρουργική επέμβαση που εκτελείται για τη διόρθωση του εγκολεασμού, όπου ένα τμήμα του εντέρου τηλεσκοπεί μέσα του και προκαλεί απόφραξη. Η επέμβαση αυτή μπορεί να γίνει από γενικό χειρουργό ή ειδικό γαστρεντερολόγο και γίνεται ενώ ο ασθενής είναι υπό γενική αναισθησία. Ο χρόνος αποθεραπείας από την επέμβαση εγκολεασμού ποικίλλει, ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς και το πότε εντοπίστηκε το πρόβλημα. Μπορεί να χρειαστεί να περάσετε αρκετές ημέρες στο νοσοκομείο μετά την επέμβαση.
Στον εγκολεασμό, ένα τμήμα του εντέρου γλιστράει προς τα πάνω μέσα στο προηγούμενο τμήμα. Τα τοιχώματα του εντέρου τρίβονται μεταξύ τους και φλεγμονώνονται, δημιουργώντας εντερική απόφραξη. Ο ασθενής θα αισθανθεί κοιλιακή δυσφορία και μπορεί να έχει ναυτία. Η διέλευση των κοπράνων θα είναι περιορισμένη και μπορεί να εμφανιστεί φούσκωμα στην κοιλιά. Τα αίτια αυτής της πάθησης δεν είναι καλά κατανοητά, αν και τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό αυτής της πάθησης φαίνεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
Μερικές φορές, ο εγκολεασμός μπορεί να διορθωθεί με κλύσμα ή ενδοσκοπική διαδικασία εντέρου. Σε άλλες περιπτώσεις, η απόφραξη είναι αρκετά σημαντική ώστε να απαιτείται χειρουργική επέμβαση. Στη χειρουργική επέμβαση εγκολεασμού, ο χειρουργός διαχωρίζει απαλά το τηλεσκοπικό έντερο. Εάν ένα τμήμα του εντέρου έχει πεθάνει – μια ανησυχία όταν η κατάσταση έχει περάσει αρκετές ημέρες χωρίς διάγνωση – μπορεί να χρειαστεί να αφαιρέσετε το νεκρό τμήμα του εντέρου και να δημιουργήσετε μια αναστόμωση, ράβοντας τα υγιή άκρα του εντέρου μεταξύ τους.
Σε πολύ μικρά παιδιά, ο εγκολεασμός είναι μια κοινή αιτία απόφραξης του εντέρου και μπορεί να διαγνωστεί σωστά πριν ο ασθενής μπει στο χειρουργείο. Στους ενήλικες, ένας ασθενής συνήθως εισάγεται στο χειρουργείο για να διερευνηθεί η απόφραξη του εντέρου και ο εγκολεασμός αναγνωρίζεται κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης. Και στις δύο περιπτώσεις, ο χειρουργός επιθεωρεί προσεκτικά το έντερο για τυχόν άλλα σημάδια προβλημάτων. Η επέμβαση εγκολεασμού μπορεί να είναι ανοιχτή ή λαπαροσκοπική, με τις λαπαροσκοπικές διαδικασίες να είναι λιγότερο επεμβατικές και να έχουν πολύ ταχύτερο χρόνο επούλωσης.
Μετά τη χειρουργική επέμβαση εγκολεασμού, ο ασθενής μπορεί να χρειαστεί να ακολουθήσει ειδική δίαιτα για μερικές ημέρες, ενώ το έντερο αναρρώνει. Το χειρουργείο θα ελέγχεται τακτικά για τυχόν σημάδια μόλυνσης και οι επίδεσμοι θα αλλάζουν ταυτόχρονα. Οι πιθανές επιπλοκές της χειρουργικής εγκολεασμού περιλαμβάνουν διάτρηση του εντέρου, μόλυνση και ανεπιθύμητες αντιδράσεις στην αναισθησία. Η συνεργασία με μια έμπειρη χειρουργική ομάδα μπορεί να βοηθήσει στον περιορισμό των κινδύνων και οι ασθενείς θα πρέπει να είναι ενδελεχείς σχετικά με την αποκάλυψη του ιατρικού τους ιστορικού, ώστε ο χειρουργός και ο αναισθησιολόγος να μπορούν να εντοπίσουν τυχόν παράγοντες κινδύνου πριν ο ασθενής υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση.