Η κωδεΐνη και η τραμαδόλη είναι αναλγητικά που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία μέτριου έως μέτριας έντονου πόνου. Τα δύο φάρμακα δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αλλά δεν πρέπει να λαμβάνονται μαζί. Η ταυτόχρονη λήψη αυτών των ουσιών αυξάνει τον κίνδυνο αναπνευστικής καταστολής. Η ταυτόχρονη χρήση και των δύο φαρμάκων αυξάνει επίσης τον κίνδυνο επιληπτικών κρίσεων, ιδιαίτερα σε άτομα που είναι ήδη διατεθειμένα σε επιληπτική δραστηριότητα.
Η κωδεΐνη είναι ένα οπιούχο ναρκωτικό. Μπορεί να παραχθεί απευθείας από την παπαρούνα οπίου ή να συντεθεί από μορφίνη. Η τραμαδόλη είναι μια συνθετική ένωση που δεν σχετίζεται χημικά με φάρμακα της κατηγορίας των οπιούχων. Κανένα φάρμακο δεν έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Η κωδεΐνη και η τραμαδόλη έχουν παρόμοιες ιδιότητες ανακούφισης του πόνου και συνήθως μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά.
Η αναλγητική δράση του Tramadol δεν είναι πλήρως κατανοητή, αν και μελέτες έχουν αποκαλύψει μερικούς από τους τρόπους με τους οποίους το φάρμακο μπορεί να ελέγξει τον πόνο. Η τραμαδόλη δεν περιέχει οπιοειδή, αλλά λειτουργεί παρόμοια με την κωδεΐνη στη μίμηση των φυσικών ενδορφινών του σώματος. Οι ενδορφίνες συνδέονται με τους υποδοχείς οποειδούς στον εγκέφαλο, εμποδίζοντας τη μετάδοση των σημάτων πόνου από τα νεύρα στον εγκέφαλο. Η τραμαδόλη ενισχύει επίσης τις επιδράσεις της σεροτονίνης, μετριάζοντας έτσι τον πόνο.
Τόσο η κωδεΐνη όσο και η τραμαδόλη προκαλούν τον ίδιο αστερισμό παρενεργειών που σχετίζονται με τα οπιοειδή. Η ζάλη, η ναυτία και η δυσκοιλιότητα είναι κοινά όταν χρησιμοποιείτε οποιοδήποτε φάρμακο. Η λήψη των δύο φαρμάκων μαζί μπορεί να αυξήσει τη σοβαρότητά τους. Υπάρχει επίσης υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης σοβαρών παρενεργειών όταν η κωδεΐνη λαμβάνεται με τραμαδόλη.
Η τραμαδόλη έχει αποδειχθεί ότι μειώνει τον ουδό σπασμών, προκαλώντας επιληπτική δραστηριότητα σε ασθενείς με προδιάθεση που χρησιμοποιούν συνιστώμενες δόσεις. Η κωδεΐνη έχει το ίδιο αποτέλεσμα, αν και όχι τόσο όσο η τραμαδόλη. Η ταυτόχρονη χρήση και των δύο φαρμάκων μαζί έχει αποδειχθεί ότι μειώνει σημαντικά τον ουδό των επιληπτικών κρίσεων, ακόμη και σε ασθενείς που δεν έχουν προδιάθεση για επιληπτικές κρίσεις. Επιπλέον, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος αναπνευστικής καταστολής που σχετίζεται με τη χρήση κωδεΐνης. Η τραμαδόλη έχει ελάχιστο κίνδυνο αναπνευστικής καταστολής, αλλά η χρήση κωδεΐνης και τραμαδόλης μαζί επιδεινώνει το αποτέλεσμα και μπορεί να προκαλέσει σοβαρούς κινδύνους σε ασθενείς με αναπνευστικά προβλήματα.
Η χρήση της τραμαδόλης μπορεί να επαναφέρει την εξάρτηση από τα οπιοειδή σε ασθενείς που είχαν προηγουμένως εθιστεί στα οπιοειδή. Αν και η τραμαδόλη δεν περιέχει οπιοειδή, θεωρείται οπιοειδές φάρμακο καθώς συνδέεται με υποδοχείς οπιοειδών. Η τραμαδόλη έχει αποτελέσματα παρόμοια με την κωδεΐνη και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο της κωδεΐνης σε ασθενείς με προβλήματα εξάρτησης. Τόσο η τραμαδόλη όσο και η κωδεΐνη είναι εθιστικά φάρμακα. Το επίπεδο εθισμού εξαρτάται από τη συνταγογραφούμενη δόση και τη διάρκεια χορήγησης του φαρμάκου.